Έτρεχα, έτρεχα με όλη τη δύναμη που είχα, έτρεχα με όση αντοχή μου είχε απομείνει. Έπρεπε να ξεφύγω και ταυτόχρονα να προλάβω. Η κατάσταση είχε γίνει αποπνικτική, με δυσκολία πέρναγε οξυγόνο σε κάθε εισπνοή. Τα χημικά μου έκαιγαν τα ρουθούνια, ύστερα το λαιμό και μετά τα πνευμόνια. Έτρεχα, έτρεχα. Στο δυνατό άκουσμα κρότου έστριψα στο πρώτο στενό που συνάντησα μην έχοντας άλλη διέξοδο. Για κακή μου τύχη έπεσα πάνω σε ένα τρακτέρ, «γκαντεμιά που βρέθηκε τώρα αυτό;» σκέφτηκα, είχα ξεχάσει πως κάπου εκεί έξω υπήρχαν και οι αγρότες . Αναγκάστηκα να σκαρφαλώσω στο τρακτέρ για να μπορέσω συνεχίσω μα αυτό που αντίκρισα έμοιαζε με πίνακα του Μπος, ίσως και με μια πιο ψυχεδελική απεικόνιση της ''Γκουέρνικα''. Ένα διαμελισμένο παιδικό σώμα, κομμένα μέλη σκόρπια εδώ κι εκεί και γύρω μαζεμένοι κάτι μικροκαμωμένοι άνθρωποι που δάγκωναν με μανία κι έσκιζαν τη νεκρή σάρκα. Κοντοστάθηκα για δευτερόλεπτα, έκανα εμετό την αξιοπρέπειά μου και συνέχισα.
Άρχισα πάλι να τρέχω. Πέρασα έξω από τη Βουλή και βλέποντας τη τεράστια φωτεινή επιγραφή «Δανία Του Νότου», ασυναίσθητα έφτυσα βρίζοντας. Συνέχισα να τρέχω μα ξαφνικά μια μεγάλη έκρηξη με σταμάτησε. Φλόγες τύλιξαν το απέναντι κτίριο απ' όπου στεκόμουν. Ρίχτηκα στις φλόγες μαζί με τον κόσμο, υπήρχαν εγκλωβισμένοι μέσα, η πόρτα δεν άνοιγε απέξω, κάποιοι βγήκαν στο μπαλκόνι και πήδηξαν σε διπλανό κτίριο. Ακούμπησα στον τοίχο να σκεφτώ πώς να βοηθήσω καλύτερα αλλά ένα μπουλούκι απο το πλήθος με παρέσυρε. «Πότε θα τελειώσει αυτό;» αναρωτήθηκα, αλλά οι σκέψεις σε τέτοιες περιστάσεις είναι μάλλον πολυτέλεια. Δεν είχα πολύ χρόνο ακόμα, αν και ήμουν στη μέση της διαδρομής. Ο ήχος από το κινητό μου, μου έδωσε μισό λεπτό ανάπαυσης. «Το καράβι δέχτηκε επίθεση!», ήταν η φωνή μιας φίλης, δεν πρόλαβα να απαντήσω, η γραμμή έκλεισε. «Σκατά» σκέφτηκα, «ο Γιάννης είναι μέσα, γαμώτο». Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα όμως, έπρεπε να φτάσω στο τέρμα. Δεν είχα πολύ χρόνο , έπρεπε να βιαστώ, άλλωστε ποιος ξέρει τι θα γινόταν στον σταθμό. Ο κόσμος ήταν πολύς και εξαγριωμένος, δεν ήξερα τι μπορεί να γινόταν εκεί. Θα περνούσα έξω κι από το υπουργείο εργασίας , αρκετά επικίνδυνο σημείο.
Ανέβηκα τα σκαλιά σχεδόν χωρίς ανάσα, είδα το τρένο να ξεκινάει και ίσα που πρόλαβα να δω το τελευταίο ψηφίο στην οθόνη του συρμού να είναι το 1. Με την αντοχή μου να μηδενίζει πήδηξα μέσα στο βαγόνι. Ακουμπώντας στα λυγισμένα μου γόνατα, έσκυψα και πήρα βαθιά ανάσα. Έστριψα το κεφάλι μου με δυσκολία και μέσα από τους καπνούς των δακρυγόνων είδα το σταθμό να μένει πίσω, έγραφε 2010. Υστέρα έριξα μια ματιά στο βαγόνι, ήταν το προτελευταίο, δεν είχε σημασία που ήταν τρίτη θέση, σημασία είχε που μπήκα. Μια ακόμα βαθιά ανάσα, μόρφασα από το κάψιμο και το τσούξιμο, το βαγόνι έμοιαζε τεράστιο, στο βάθος φαίνονταν πολλές πόρτες, άνοιξα την πρώτη. Ημουν άραγε έτοιμη να πάω πιο μέσα;
6 σχόλια:
Happ-άκι καλημέρα!
Το ήξερα εγώ ότι δεν θα τα παρατούσες έτσι εύκολα! Και τι ποδαρικό είναι αυτό; Ανατριχιαστικό και ετοιμοπόλεμο μου φαίνεται. Περίεργο πάντως, παρόλο που δεν γνωριζόμαστε, κι εγώ έτρεχα κάπου δίπλα σου όλο αυτό τον καιρό. Τώρα που μου κόπηκε η ανάσα είπα να αναζητήσω λίγο καθαρό αέρα, προσωρινά. Όταν όμως έρθει προς το μέρος μου το τρένο θα πηδήξω μέσα. Δώσε μου το χέρι σου μόνο!
Θαυμάσιο αστικό θρίλερ.... Μ' άρεσε το κείμενό σου. Έχει σασπένς και ρυθμό, παρότι σύντομο. Εύστοχο και το σάουντρακ. Μήπως γράφεις σενάριο για μικρού μήκους και δεν το ξέρεις;
Σαιλεντ, εννοείται πως θα σου δώσω το χέρι μου ν'ανέβεις, όχι γιατί όλοι οι καλοί χωράνε σε αυτό το τρένο αλλά γιατί επιβάλλεται να ανέβουν όλοι οι καλοί!
(ιδίως αν στο άλλο χέρι έχεις ρακή, χιχι :Ρ)
Σ'ευχαριστώ Πανωλεθρίαμβε!
Σενάριο για μικρού μήκους όχι δεν κάνω, λες να το δοκιμάσω;
Καλώς ήρθες κιόλας!
"Χαπάκι"....: πολύ τρυφερός πάλι ο Σάιλεντ...
Μικροβιακό το κείμενο σου... Χαπάκι
Τώρα εσύ έχεις κρεμάσει το "ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ" στο μαγαζί εδώ μέσα;
Χαχαχα! Ε όχι δα! Δεν πωλούμαστε κύριε ούτε νοικιαζόμαστε, διατιθέμεθα αφειλοκερδώς εις το φιλοθεάμον κοινο :ΡΡΡΡ
Δημοσίευση σχολίου