Ένα κίνημα που αργοπεθαίνει. Ίσως να μην γεννήθηκε και ποτέ. Δυο χιλιάδες το πολύ στην Αμαλίας, σκόρπιοι εδώ κι εκεί. Άλλοι γύρω από μια μεγάλη ελληνική σημαία που γράφει «μολών λαβέ», άλλοι με σημαίες «δεν πληρώνω». Πιο κει , μέσα στην πλατεία Συντάγματος μια θεματική ομάδα συνέρχεται με πέντε έξι άτομα. Το θέμα; Αν το χρήμα είναι ανταλλακτική μονάδα και πως θα το ξεπεράσουμε. Δεν βγήκε άκρη.
Μια τελευταία ματιά στους απογοητευτικά λίγους που μένουν στην Αμαλίας. Στο κάτω μέρος της πλατείας στα δέντρα τρεις άντρες κατουράνε ταυτόχρονα με απόσταση ενός μέτρου ο καθένας.
Οι μουσικοί της Ερμού δεν είναι πια φολκλόρ. Κανείς δεν βάζει το χέρι στην τσέπη. Δεν περισσεύει ούτε 1 ευρώ. Στο τέρμα της Ερμού ένας άστεγος σκεπάζεται με μια κουβέρτα. Έβαλε κρύο σήμερα. Κλείνει τα μάτια και ταυτόχρονα κρατά με το χέρι του το κεσεδάκι με τα κέρματα. Η πρώτη σκέψη να τον φωτογραφήσω. Δεν το έκανα. Δεν είναι οι άνθρωποι αξιοθέατα. Ούτε και η δυστυχία τους. Κι ύστερα στο Μοναστηράκι μπροστά από το σταθμό ακούω «έξω φυσάει αέρας κι όμως μέσα μου, μέσα σ’ αυτό το σπίτι πριγκηπέσα μου» ένα γυφτάκι, μικρό σε ηλικία, τραγουδάει παίζοντας ακορντεόν και δίπλα του ένα άλλο παίζει μπαγλαμαδάκι. Κι ύστερα στις ταβέρνες οι παλιές ταμπέλες με το μενού από κιμωλία έδωσαν τη θέση τους σε νέες φωτιζόμενες με γράμματα που αναβοσβήνουν και αλλάζουν χρώματα. Τα τραπέζια όμως άδεια. Κι όπου κάθονται είναι τουρίστες.
Όπου κι αν κοιτάξω η Ελλάδα με πληγώνει…